Φωτιά και δηλητήριο κάψαν τις Κέδρων τις ακτές,
οι πρώην βασανισμένοι ανάψανε φώτα να υποδεχτούνε το χτες
και εμείς οι αρνητές στα μπάνια του λαού εξαργυρώνουμε κουπόνια
και οι φίλοι μου οι αγωνιστές δυο δάκρυα για το απεχθές
μέχρι ν’ αλλάξουν σεντόνια.
οι πρώην βασανισμένοι ανάψανε φώτα να υποδεχτούνε το χτες
και εμείς οι αρνητές στα μπάνια του λαού εξαργυρώνουμε κουπόνια
και οι φίλοι μου οι αγωνιστές δυο δάκρυα για το απεχθές
μέχρι ν’ αλλάξουν σεντόνια.
Άθικτες χαμούρες με λαδωμένες μούρες
χαζεύουν στο γυαλί κορμιά σε λάκκους,
κάθε λογής θεούσες ζητάν ειρήνη από ψηλά,
μα τώρα οι Αϊ Γιώργηδες εκτρέφουνε δράκους
κι οι αμίμητοι της δύσης σκαρφίζονται λύσεις,
καλοκαιράκι είναι, μωρέ, τι θέλω τώρα τι ζητάω
Κάνω στην άκρη πριν με βρίσεις,
σου ζητώ συγνώμη, αλλά πέθανε το μέλλον μας και το ξενυχτάω.
Νοιώθω χιλιάδες μυρμήγκια στα ζαβά μου μελίγγια
από κραυγές να φτιάχνουνε λόφους
και μπρος στα μάτια μου να ξεχειλίζουν λερά καθίκια
σε σμιλεμένους και λαξευμένους τόπους.
Νοιώθω έναν κόμπο στο στέρνο κι ένα βάρος στη ράχη
και στο λαιμό μαχαίρι από τρεμάμενο χέρι
και σε ζηλεύω για λίγο, καλέ μου διακοπίτη
που ξεδιψάς με βρώμικο μπουγαδονέρι.
Είναι φρικτό να πονάς σε νοικιασμένη ξαπλώστρα,
εσύ που αγωνίστηκες για τα δίκια,
σε προσβάλλει γι’ αυτό δε μιλάς που τ’ αμερικανάκια
βάζουν άλλους να μαζέψουν τα νοίκια.
Κι αν γυρίσεις πετώντας βγάλε τα υγρά σου
πάρε μόνο τη ντροπή σου στις χειραποσκευές
κι όταν θα φτάσεις ρωτώντας θα βρεις τη σκιά σου
ήταν στον Λίβανο τριαντατρείς μέρες διακοπές.
Πέθανε το μέλλον μας και το ξενυχτάω...
επιμέλεια: B.D. Foxmoor