Τις τελευταίες μέρες ακούστηκε κατά κόρον ότι το μεγάλο ατού του κ. Παπαδήμου είναι ότι μιλάει την ίδια γλώσσα με τους αξιωματούχους της ΕΕ και τους πιστωτές μας. Δεν θα σχολιάσω σε βάθος τον (άκομψο) υπαινιγμό του ισχυρισμού για τους έως τώρα διαπραγματευτές μας. Μήπως οι τελευταίοι δεν ήταν σε θέση να καταλάβουν τις απαιτήσεις της τρόικας; Μήπως είχαν διαφορετικές προτεραιότητες, βάσει μιας ριζοσπαστικότερης θεώρησης των πραγμάτων, που έκανε τη διαπραγματευτική θέση της χώρας δυσνόητη για τους εταίρους μας;
Μπορεί οι υποστηρικτές του κ. Παπαδήμου να εννοούν ότι αυτό που έχει ο νέος πρωθυπουργός είναι μια αξιοπιστία σε σχέση με το λόγο του: ένας αξιόπιστος συνομιλητής που εννοεί αυτά που λέει και λέει αυτά που εννοεί.
Όμως το θέμα δεν είναι προσωπικό: ουδείς αμφισβητεί την τεχνική (οικονομική) του κατάρτιση, πόσο μάλλον την εντιμότητα του νέου πρωθυπουργού. Στην εποχή του νεοφιλελευθερισμού, όλο και περισσότερες χώρες ανέθεσαν τη νομισματική τους πολιτική σε «ανεξάρτητες» κεντρικές τράπεζες, με το επιχείρημα ότι οι κεντρικοί τραπεζίτες είναι πιο αξιόπιστοι από τους πολιτικούς διότι έχουν τη δυνατότητα να μην ενδίδουν στις πιέσεις των ψηφοφόρων. Όμως, γιατί να μην επεκτείνουμε την αρχή αυτή, και να προστατεύεται έτσι όλη η γκάμα της πολιτικής, και όχι μόνο η νομισματική, από δημοκρατικές πιέσεις;
Έτσι κατανοούν τη δημοκρατία οι νεοφιλελεύθεροι: όχι ως αντιπαράθεση διαφορετικών συμφερόντων, αξιών, προτεραιοτήτων και προτάσεων, αλλά ως πιέσεις που εμποδίζουν αναίτια την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς και την τεχνοκρατική επίλυση των όποιων προβλημάτων της διακυβέρνησης.
Σε κάθε περίπτωση, το ερώτημα παραμένει: τι πάει να πει «ίδια γλώσσα με τους ευρωπαίους αξιωματούχους»; Μήπως ότι ο κ. Παπαδήμος βλέπει τα πράγματα από την ίδια σκοπιά που τα βλέπουν η Μέρκελ, ο Σαρκοζύ, ο Ντράγκι και οι άλλοι κυρίαρχοι των διαπραγματεύσεων; Αν ναι, και σε αυτό έχουν δίκιο οι υποστηρικτές του. Ο κ. Παπαδήμος είναι ταυτισμένος με τις κυρίαρχες επιλογές που οδήγησαν στην κρίση του 2008, και που απέτυχαν με τόσο εμφανή τρόπο στην περίοδο που ακολούθησε. Ως στέλεχος της ΕΚΤ, ο κ. Παπαδήμος δεν μπορούσε παρά να υποστηρίξει τη φιλελευθεροποίηση των χρηματαγορών. Ας θυμίσουμε εδώ ότι μετά την κρίση, η ΕΚΤ, σε αντίθεση με άλλες κεντρικές τράπεζες και τους περισσότερους οικονομολόγους, εξακολουθούσε να ανησυχεί για τον πληθωρισμό και όχι για την ύφεση. Ο ίδιος δε ο κ. Παπαδήμος ήταν συστηματικά κατά του κουρέματος του ελληνικού χρέους, πιστεύοντας ακράδαντα ότι η λιτότητα είναι η λύση και όχι το πρόβλημα. Από πουθενά, λοιπόν, δεν προκύπτει ότι έχει καταλάβει τις δραματικές διαστάσεις που παίρνουν η ανεργία, η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισμός. Από πουθενά, επίσης, δεν προκύπτει ότι προτάσσει ως βασικό πρόβλημα την εντελώς ελλειμματική αρχιτεκτονική της ευρωζώνης που ή θα τροποποιηθεί, είτε το ευρώ θα καταρρεύσει - διότι σε αντίθεση με όσα υποστηρίζουν οι νεοφιλελεύθεροι, το ευρώ δεν θα καταρρεύσει από τις αντιστάσεις των κινημάτων και του κόσμου της εργασίας, αλλά από την ίδια την πολιτική της ευρωζώνης.
Για όλους αυτούς τους λόγους, το να μιλάς την ίδια γλώσσα με τις ελίτ της ΕΕ σημαίνει ότι δεν μπορείς να διαπραγματευτείς. Ο κ. Παπαδήμος δεν μπορεί να παρουσιάσει κανένα αντεπιχείρημα, ούτε να αναδείξει άλλες προτεραιότητες, γιατί έχει δεχτεί το κυρίαρχο επιχείρημα, γιατί συμμερίζεται το ιδεολογικό και θεωρητικό οπλοστάσιο του νεοφιλελευθερισμού. Το ότι μιλάει την ίδια γλώσσα αποτελεί, από αυτήν την άποψη, το χειρότερο χαρακτηριστικό που θα μπορούσε να έχει ο βασικός μας διαπραγματευτής. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, να ταράξει τα νερά και να απαιτήσει η Ελλάδα να ξεπληρώνει το χρέος της όσο παρουσιάζει ανάπτυξη και πλεόνασμα στο ισοζύγιο πληρωμών, όπως και η Γερμανία το 1953; Να βάλει, μήπως, το θέμα της ανεργίας ως πρωτεύον; Δεν νομίζω.
Μετά την κρίση του 2008, και με δεδομένη την τεράστια ευθύνη των τραπεζών γι΄ αυτήν, είναι προκλητικό να ηγείται μιας χώρας κάποιος που προέρχεται από το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Ότι είναι θεσμικός (κεντρικός) τραπεζίτης είναι δευτερεύον ζήτημα: πρέπει κανείς να έχει χάψει το σύνολο της κυρίαρχης ιδεολογίας για να πιστέψει ότι οι ανεξάρτητες κεντρικές τράπεζες είναι ανεξάρτητες από τις (εμπορικές και επενδυτικές) τράπεζες. Μαζί σχεδίασαν τις πολιτικές που συνέβαλαν τόσο πολύ στην σημερινή κρίση, και μαζί σχεδίασαν να πληρώσουν τα σπασμένα κάποιοι άλλοι. Γι΄ αυτό, εξάλλου, η γλώσσα του κ. Παπαδήμου είναι ξεκάθαρη. Και συνιστά μέρος του προβλήματος.
πηγή: rednotebook