O Σαλβαδόρ Αλιέντε είναι από τα κυριότερα πολιτικά πρόσωπα του αιώνα μας και δυστυχώς λίγοι τον ξέρουν. Γεννήθηκε στο Βαλπαράιζο το 1908 και πέθανε στο Σαντιάγκο το 1973. Καταγόταν από μεγαλοαστική τάξη και σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο του Σαντιάγκο απ΄ όπου και έλαβε το δίπλωμα το 1932. Ασχολήθηκε έντονα με την πολιτική αναπτύσσοντας μαρξιστική δράση. Ένα χρόνο μετά συνέβαλε στην ίδρυση του σοσιαλιστικού κόμματος της Χιλής. Το 1937 συμμετείχε στη κυβέρνηση του Πέντρο Αγκίρε Σέντρα όπου και ανέλαβε για τέσσερα χρόνια υπουργός Υγιεινής. Το 1945 εκλέχθηκε για πρώτη φορά μέλος της Γερουσίας.
Το 1952 όταν έβαλε υποψηφιότητα για την Προεδρία επειδή είχε δεχθεί την υποστήριξη του παράνομου τότε κομουνιστικού κόμματος διαγράφτηκε από το σοσιαλιστικό κόμμα με συνέπεια να εκλεγεί τελευταίος των τεσσάρων υποψηφίων. Επανήλθε όμως στις εκλογές του 1958 με την υποστήριξη των σοσιαλιστών και των κομουνιστών όπου το κόμμα τους είχε πλέον νομιμοποιηθεί. Παρά ταύτα εκλέχθηκε δεύτερος των υποψηφίων. Τελικά εκλέχθηκε πρόεδρος της Χιλής το 1970 με τη βοήθεια του κομμουνιστικού κόμματος και αριστερών δυνάμεων, με μικρή διαφορά από του δεύτερου υποψηφίου. Στην ομιλία του μετά την νίκη του, ο Αλιέντε είπε: «Αξιώνουμε να δημιουργήσουμε έναν διαφορετικό κόσμο, να αποδείξουμε ότι μπορούν να γίνουν βαθιές αλλαγές που αποτελούν επανάσταση. Πρέπει να δημιουργήσουμε μια κυβέρνηση δημοκρατική, εθνική, επαναστατική και λαϊκή που θα οδηγήσει στον Σοσιαλισμό». Αμέσως μετά την ορκωμοσία του, στις 3 Νοεμβρίου του 1970, άρχισε να εφαρμόζει ένα ευρύτατο πρόγραμμα σοσιαλιστικών μεταρρυθμίσεων κρατικοποιώντας μεγάλες εκτάσεις γης, τον ορυκτό πλούτο της χώρας και τις τράπεζες.
Το πρόγραμμα του Αλιέντε περιλάμβανε αναβάθμιση των συμφερόντων των εργατών, εφαρμογή της αγροτικής μεταρρύθμισης, αναδιοργάνωση της εθνικής οικονομίας σε δημόσιο, μικτό και ιδιωτικό τομέα, εξωτερική πολιτική διεθνούς αλληλεγγύης και εθνικής ανεξαρτησίας, καθώς και νέα θεσμική οργάνωση (ως λαϊκό κράτος) με την ίδρυση ενός ενιαίου σώματος αντιπροσώπων. Το πρόγραμμα της Λαϊκής Ένωσης πρότεινε επίσης την εθνικοποίηση των κύριων ορυχείων χαλκού της Χιλής που άνηκαν σε ξένα συμφέροντα (κυρίως των ΗΠΑ). Ορισμένες χαρακτηριστικές μεταρρυθμίσεις κατά το πρώτο διάστημα της προεδρίας του Αλιέντε περιλάμβαναν την ανακατανομή εκατομμυρίων στρεμμάτων γης σε ακτήμονες ως μέρος της αγροτικής μεταρρύθμισης, αύξηση μισθών στις ένοπλες δυνάμεις, και παροχή δωρεάν γάλατος στα παιδιά. Επίσης, ιδρύθηκαν ο Αναπτυξιακός Συνεταιρισμός Ιθαγενών Πληθυσμών και το Ινστιτούτο Εκπαίδευσης των Μαπούτσε, για να καλύψουν τις ανάγκες των αυτοχθόνων κατοίκων της Χιλής.
Παράλληλα ο Αλιέντε εφάρμοσε νέα εξωτερική πολιτική ξεκινώντας τη συνεργασία πρώτα με τη Κίνα και στη συνέχεια με την Κούβα. Η πολιτική του αυτή έφερε σε αντιπαράθεση τα συμφέροντα των ΗΠΑ με συνέπεια οι σχέσεις των δύο χωρών να ψυχραθούν. Ο τότε κάτοικος του λευκού οίκου Νίξον είπε χαρακτηριστικά : Τώρα με τον Κάστρο στην Κούβα και τον Αλιέντε στη Χιλή έχουμε στην Λατινική Αμερική ένα κόκκινο σάντουιτς και μοιραία όλη θα γίνει κόκκινη. Δύο χρόνια αργότερα, από της εκλογής του, άρχισε να καλπάζει ο πληθωρισμός και να πλήττεται βεβαίως η μεσαία τάξη.
Επειδή ο Αλιέντε είχε στο πρόγραμμα του να κρατικοποιήσει τα μεταλλεία χαλκού (τα οποία ανήκαν σε Αμερικάνους ιδιώτες) έπρεπε να ανατραπεί. Έτσι, ο Νίξον ορκίζεται να ανατρέψει τον Αλιέντε. Το έργο αυτό το αναθέτει στην C.I.A και οργανωτής του πραξικοπήματος επιλέγεται ο Χένρι Κίσινγκερ (ο οποίος παραδόξως έχει τιμηθεί με το βραβείο Νόμπελ ειρήνης). Οι μυστικές υπηρεσίες των Η.Π.Α προσπαθούν να δωροδοκήσουν τον στρατό της Χιλής αλλά ο αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων, Ρενέ Σνάιντερ ήταν πιστός στο σύνταγμα και η πρώτη απόπειρα πραξικοπήματος απέτυχε. Ο Σνάιντερ βρέθηκε δολοφονημένος λίγες μέρες μετά.
Έπειτα από αυτό, ο Λευκός Οίκος διέταξε τον οικονομικό στραγγαλισμό της χώρας. Η δεύτερη απόπειρα δωροδοκίας στέφθηκε με επιτυχία. Οι φορτηγατζήδες που μετέφεραν τα τρόφιμα σταμάτησαν να κάνουν την δουλειά τους. Το κόστος αυτής της απεργίας ήταν 200 εκατομμύρια δολάρια για το κράτος της Χιλής, ενώ η C.I.A ξόδεψε τα διπλάσια. Παρ’ όλα τα δεινά που περνούσε η χώρα, η δημοτικότητα του Αλιέντε συνεχώς αυξανόταν. Κατόπιν αυτού, οι Αμερικανοί οργάνωσαν το σχέδιο Ζ. Τον Ιούνιο του 1973 οργανώνεται ένα δεύτερο πραξικόπημα που κατεστάλη από τη νόμιμη ηγεσία του στρατού και τον στρατηγό Πρατς. Μετά την καταστολή, ο στρατηγός Πράτς συμβούλεψε τον Αλιέντε να δώσει όπλα ανοίγοντας τα οπλοτάσια. Ο Αλιέντε όμως όντας πιστός στις αξίες του, του απάντησε: Όχι. Αυτή η επανάσταση θα γίνει χωρίς σταγόνα αίμα. Βασίζεται σε αξίες και όχι στην βία.
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ:
Η άνοδος του Αλιέντε στην εξουσία επέφερε ανησυχία στον λευκό οίκο εξαιτίας των φιλελεύθερων ιδεών του γι αυτο και αποφασίστηκε η ανατροπή του. Ύστερα απο αρκετές προσπάθειες στις 11 Σεπτεμβρίου του 1973 ο Αουγκούστο Πινοσέτ, στρατηγός, καταλύει την εξουσία και επιτίθεται δια αέρος και ξηράς στο προεδρικό μέγαρο. Αφού βομβαρδίστηκε το μέγαρο, το υπουργικό συμβούλειο και οι συνεργάτες του Αλιέντε αναγκάστηκαν να παραδοθούν. Ο Σαλβαδόρ Αλιέντε προτίμησε να παραμείνει στο Μέγαρο και να αυτοκτονήσει με ένα όπλο που του είχε χαρίσει ο Φιντέλ Κάστρο και έφερε την ακόλουθη αφιέρωση σε χρυσή θήκη: «Στον καλό μου φίλο Σαλβαντόρ Αλιέντε. Φιντέλ Κάστρο».
Η φωτογραφία τραβήχθηκε από τον Ορλαντο Λαγκος (1912-2007) στις 11 Σεπτεμβρίου του 1973 και δημοσιεύθηκε στους New York Times. Απεικονίζει τον Σαλβαδόρ Αλιέντε, πρόεδρο της Χιλής, μέσα στο προεδρικό μέγαρο να κοιτάζει ανάστατος τα αεροπλάνα τα οποία πλησιάζουν. Είναι η τελευταία φωτογραφία που τον απαθανατίζει ζωντανό αφού λίγα λεπτά αργότερα θα βρει τραγικό θάνατο μέσα στο προεδρικό μέγαρο.