Στο ερώτηµα αν έχει µέλλον η Παιδεία µας µέσα στην οικονοµική κρίση που µαστίζει τη χώρα µας η απάντηση είναι απλή µαζί και τραγική: Αν δεν έχει µέλλον η Παιδεία µας, δεν έχει µέλλον και η χώρα µας. Finis Graeciae! Σπεύδω να πάρω θέση: Η Παιδεία µας έχει µέλλον υπό προϋποθέσεις· όχι χωρίς παιδευτικό όραµα και χωρίς πανεθνική προσπάθεια· όχι µε ηµίµετρα ή σπασµωδικά µέτρα· όχι µε βολέµατα και εφησυχασµό· όχι µε τεχνικές εφαρµογής εις βάρος τής ουσίας· όχι χωρίς διακοµµατική συναίνεση σε κοινούς στόχους και χωρίς µακροπρόθεσµες πολιτικές.
Πάντως, ουδέν κακόν αµιγές καλού. Η οικονοµική κρίση µπορεί να οδηγήσει σε ανεξέλεγκτο πανικό ή να γίνει ο δρόµος για µια γενικότερη αυτοσυνειδησία. Αν αφυπνισθούµε και αποδιώξουµε ό,τι µάς βύθισε στη σηµερινή κατάντια, τότε µπορεί αυτή η χώρα να ξαναβρεί τον δρόµο της µέσα από µια συντονισµένη εθνική προσπάθεια, όπου βασικό ρόλο θα παίξει η Παιδεία. Γιατί, αν λ.χ. τη διαφθορά την αποτελεί µόνο η φοροδιαφυγή, τότε αντιµετωπίζεται µε κάποια διοικητικά µέτρα. Αν, όµως, τη διαφθορά την αποτελεί µια διευρυµένη ηθική χαλάρωση έως φθορά, τότε αυτή αντιµετωπίζεται µόνο από µια εµπνευσµένη και εµπνέουσα Παιδεία ουσίας, αρχών, αξιών και πραγµατικής γνώσης.
Η θέση την οποία υποστηρίζω είναι ότι στην πατρίδα µας – και όχι µόνον – έχουµε κατά καιρούς µεταρρυθµιστικές προσπάθειες στην Παιδεία µας που βασίζονται όχι στην ουσία τής Παιδείας αλλά στις τεχνικές εφαρµογής (ό,τι οι ξένοι αποκαλούν «technicalities»). Εξηγούµαι: Χρήσιµο είναι να προσδιορίσουµε την έκταση τής ύλης ή τον αριθµό των εξεταζοµένων µαθηµάτων. Χρήσιµο είναι να χρησιµοποιήσουµε τους διαδραστικούς πίνακες και την ψηφιακή τεχνολογία. Χρήσιµο είναι να επαναδιοργανώσουµε τη διοίκηση τής Εκπαίδευσης. Χρήσιµο είναι να εισαγάγουµε τις ερευνητικές εργασίες των µαθητών στο σχολείο. Χρήσιµο είναι να έχουµε µεγάλες σχολικές µονάδες µε όλες τις ειδικότητες των µαθηµάτων. Χρήσιµο είναι να µαθαίνουµε περισσότερες ξένες γλώσσες. Χρήσιµα είναι αδιαµφισβητήτως και πολλά άλλα από αυτά που έγιναν και γίνονται. Αλλά όλα µαζί αυτά και καθένα χωριστά δεν συνιστούν την ουσία τής Παιδείας. ∆εν καλύπτουν τους σκοπούς που πρέπει να επιδιώξει µια βαθύτερη, γνήσια και αποτελεσµατική Παιδεία.
Ποια θα ήταν, λοιπόν, µια Παιδεία ουσίας µε θεµελιώδεις παιδευτικούς σκοπούς; Φρονώ ότι θα ήταν µια Παιδεία που µορφώνει πολίτες υπεύθυνους, πολίτες σκεπτόµενους, πολίτες κοινωνικά ευαίσθητους, πολίτες καλλιεργηµένους, πολίτες µε αρχές, αξίες και ιδανικά, πολίτες µε ικανότητες, µε γνώσεις και αυτογνωσία. Ο,τι σχεδιάζεται και επιτελείται από το Νηπιαγωγείο µέχρι και την τρίτη Λυκείου θα πρέπει να υπηρετεί µια τέτοια µορφή Παιδείας. Αναφερόµαστε προφανώς στη Γενική Παιδεία, που πρέπει να προσφέρεται δωρεάν σε όλα τα ελληνόπουλα από τα πέντε χρόνια τους µέχρι τα δεκαοκτώ. Χωρίς ενδιάµεσες διαφοροποιήσεις, πέρα από µια ευρύτερη επιλογή µαθηµάτων που θα έδιναν διέξοδο στα ειδικά ενδιαφέροντα των µαθητών. ∆ιαφορετικοί, βεβαίως, είναι οι σκοποί τής τριτοβάθµιας εκπαίδευσης που συνδέεται εξ ορισµού µε εξειδικευµένες γνώσεις και επαγγελµατικές βλέψεις.
Μιλώντας για µια Παιδεία ουσίας αναφέροµαι σε µια ποιοτική Παιδεία, που θα διασφαλίζει, κατά προτεραιότητα, την κατάκτηση τής µητρικής γλώσσας και την εξοικείωση µε τη µαθηµατική σκέψη. Περαιτέρω, µια Παιδεία που θα εξασφαλίζει την κατοχή των «εθνικών µαθηµάτων» (ιστορίας, λογοτεχνίας, γεωγραφίας, θρησκευτικών) και την ουσιαστική οικείωση µε τις φυσικές επιστήµες (φυσική, χηµεία, βιολογία). Μια Παιδεία που θα οδηγεί εξ απαλών ονύχων στον κόσµο τού πολιτισµού (µουσικής, εικαστικών, θεάτρου, δηµιουργικής γραφής) και στην άσκηση τού σώµατος (φυσική αγωγή, αθλητισµός) σε όλα τα χρόνια των σπουδών. Η κατοχή µιας ξένης γλώσσας µέσα στη σχολική εκπαίδευση και η καλή γνώση και χρήση τής ψηφιακής τεχνολογίας πρέπει να συµπληρώνουν τα βασικά.
Ωστόσο, κυρίαρχα στοιχεία τής Παιδείας, διάχυτα σε όλα τα πεδία και τα επίπεδα τής εκπαίδευσης, πρέπει να είναι οι αρχές, οι αξίες και τα ιδανικά, ό,τι ανεβάζει τον άνθρωπο, ό,τι στηρίζει µια κοινωνία, ό,τι συνέχει έναν λαό. Οχι ως θεωρίες, ρητορισµοί και φανφάρες, αλλά ως στοιχεία που πηγάζουν µέσα από την ιστορία και την παράδοση τού τόπου, ως ιδέες, αρχές και πρότυπα ζωής που µπορούν να συγκινήσουν και να εµπνεύσουν. Αυτή η διάσταση τής Παιδείας ατόνησε (ή υπονοµεύτηκε;) µε το σκεπτικό ότι δήθεν αποτελεί χρηστοµάθεια ή ηθικολογία ή ξεπερασµένες συντηρητικές ιδέες εν ονόµατι ενός αβαθούς προοδευτισµού και σειράς ιδεολογηµάτων που κλόνισαν τελικά τα θεµέλια τής Παιδείας. Ετσι ένας ολόκληρος κόσµος νέων παιδιών βρέθηκαν χωρίς εσωτερικά στηρίγµατα και σηµεία αναφοράς, σε µια σύγχυση και αβεβαιότητα που τους γεννά πικρίες, επιθετικότητα και τους εκτρέπει στην αναζήτηση ξένων προτύπων που επιδεινώνουν την κατάσταση.
Μια άλλη ανίατη µέχρι σήµερα ασθένεια τής εκπαίδευσής µας που υπονοµεύει κάθε έννοια ουσιαστικής Παιδείας είναι ο όγκος των πληροφοριών µε τις οποίες φορτώνουµε τους µαθητές, πληροφορίες που σπάνια περνούν το κατώφλι τής πραγµατικής γνώσης και που ξεχνιούνται (διάβαζε «αποβάλλονται» από τη µνήµη) αφήνοντας ελάχιστα ίχνη. Ο έρωτας τής λυτρωτικής γνώσης που ρίχνει φως γύρω µας, η αγάπη για το σχολείο ως ιερό χώρο αφύπνισης τού νου, η εκτίµηση στον δάσκαλο ως πηγή τής γνώσης, το δέσιµο µε το βιβλίο ως µετάβαση στον κόσµο τής γνώσης, όλα αυτά αποτελούν άπιαστο όνειρο, εις βάρος κάθε έννοιας αληθινής Παιδείας. Για ποια Παιδεία µπορούµε να µιλούµε αν δεν επανακτήσουµε την αγάπη τού µαθητή για τη µάθηση και το σχολείο; Και πώς θα γίνει αυτό χωρίς τον µαθητή να µετέχει ενεργώς στην αναζήτηση τής γνώσης, στη µαγεία τής ανακάλυψης τού κόσµου τής φύσης και τής νόησης, σε ό,τι γεννά δηµιουργικό «έρωτα Παιδείας».
Η πρόκληση, λοιπόν, που µπορεί να βγει µέσα από τα δεινά τής κρίσης ως πνευµατική κάθαρση είναι µια νέα Παιδεία τής ουσίας από ένα εκπαιδευτικό σύστηµα που θα µάς «ξεβολέψει» αρχικά όλους – δασκάλους, µαθητές, γονείς, πανεπιστήµια, πολιτεία – µε ριζικές αλλαγές οι οποίες θα µετατρέψουν την απόκτηση Παιδείας από αγγαρεία σε απόλαυση, από µια χρηστική αντίληψη τής Παιδείας ως απλής πύλης εισόδου στα πανεπιστήµια (µε καθαγιασµό τής φροντιστηριακής στήριξης) σε µια πηγή αυτογνωσίας, καλλιέργειας και ανθρωπιάς.
Τελικά, όσες αλλαγές κι αν επιχειρήσεις στην εκπαίδευση επιπολής και επιµέρους, δεν θα επιτύχεις ποτέ τον κύριο και µοναδικό στόχο: µια πραγµατική µόρφωση τής προσωπικότητας των νέων ανθρώπων, µια αληθινή καλλιέργεια, µια Παιδεία ουσίας, µια Παιδεία ποιοτικής ζωής, η οποία είναι δυνατόν να επιτευχθεί µε τους όρους που ανέφερα. Μια τέτοια Παιδεία µπορεί να λειτουργήσει ως µοχλός αφύπνισης, ως πηγή διαφωτισµού και ως µόνιµη ασφαλιστική δικλίδα για την αποφυγή στο µέλλον κάθε κρίσης, και τής οικονοµικής.
Ο κ. Γεώργιος Μπαμπινιώτης είναι καθηγητής της Γλωσσολογίας, πρόεδρος του Ελληνικού ΙδρύματοςΠολιτισμού, τέως πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών.
www.babiniotis.gr
Πάντως, ουδέν κακόν αµιγές καλού. Η οικονοµική κρίση µπορεί να οδηγήσει σε ανεξέλεγκτο πανικό ή να γίνει ο δρόµος για µια γενικότερη αυτοσυνειδησία. Αν αφυπνισθούµε και αποδιώξουµε ό,τι µάς βύθισε στη σηµερινή κατάντια, τότε µπορεί αυτή η χώρα να ξαναβρεί τον δρόµο της µέσα από µια συντονισµένη εθνική προσπάθεια, όπου βασικό ρόλο θα παίξει η Παιδεία. Γιατί, αν λ.χ. τη διαφθορά την αποτελεί µόνο η φοροδιαφυγή, τότε αντιµετωπίζεται µε κάποια διοικητικά µέτρα. Αν, όµως, τη διαφθορά την αποτελεί µια διευρυµένη ηθική χαλάρωση έως φθορά, τότε αυτή αντιµετωπίζεται µόνο από µια εµπνευσµένη και εµπνέουσα Παιδεία ουσίας, αρχών, αξιών και πραγµατικής γνώσης.
Η θέση την οποία υποστηρίζω είναι ότι στην πατρίδα µας – και όχι µόνον – έχουµε κατά καιρούς µεταρρυθµιστικές προσπάθειες στην Παιδεία µας που βασίζονται όχι στην ουσία τής Παιδείας αλλά στις τεχνικές εφαρµογής (ό,τι οι ξένοι αποκαλούν «technicalities»). Εξηγούµαι: Χρήσιµο είναι να προσδιορίσουµε την έκταση τής ύλης ή τον αριθµό των εξεταζοµένων µαθηµάτων. Χρήσιµο είναι να χρησιµοποιήσουµε τους διαδραστικούς πίνακες και την ψηφιακή τεχνολογία. Χρήσιµο είναι να επαναδιοργανώσουµε τη διοίκηση τής Εκπαίδευσης. Χρήσιµο είναι να εισαγάγουµε τις ερευνητικές εργασίες των µαθητών στο σχολείο. Χρήσιµο είναι να έχουµε µεγάλες σχολικές µονάδες µε όλες τις ειδικότητες των µαθηµάτων. Χρήσιµο είναι να µαθαίνουµε περισσότερες ξένες γλώσσες. Χρήσιµα είναι αδιαµφισβητήτως και πολλά άλλα από αυτά που έγιναν και γίνονται. Αλλά όλα µαζί αυτά και καθένα χωριστά δεν συνιστούν την ουσία τής Παιδείας. ∆εν καλύπτουν τους σκοπούς που πρέπει να επιδιώξει µια βαθύτερη, γνήσια και αποτελεσµατική Παιδεία.
Ποια θα ήταν, λοιπόν, µια Παιδεία ουσίας µε θεµελιώδεις παιδευτικούς σκοπούς; Φρονώ ότι θα ήταν µια Παιδεία που µορφώνει πολίτες υπεύθυνους, πολίτες σκεπτόµενους, πολίτες κοινωνικά ευαίσθητους, πολίτες καλλιεργηµένους, πολίτες µε αρχές, αξίες και ιδανικά, πολίτες µε ικανότητες, µε γνώσεις και αυτογνωσία. Ο,τι σχεδιάζεται και επιτελείται από το Νηπιαγωγείο µέχρι και την τρίτη Λυκείου θα πρέπει να υπηρετεί µια τέτοια µορφή Παιδείας. Αναφερόµαστε προφανώς στη Γενική Παιδεία, που πρέπει να προσφέρεται δωρεάν σε όλα τα ελληνόπουλα από τα πέντε χρόνια τους µέχρι τα δεκαοκτώ. Χωρίς ενδιάµεσες διαφοροποιήσεις, πέρα από µια ευρύτερη επιλογή µαθηµάτων που θα έδιναν διέξοδο στα ειδικά ενδιαφέροντα των µαθητών. ∆ιαφορετικοί, βεβαίως, είναι οι σκοποί τής τριτοβάθµιας εκπαίδευσης που συνδέεται εξ ορισµού µε εξειδικευµένες γνώσεις και επαγγελµατικές βλέψεις.
Μιλώντας για µια Παιδεία ουσίας αναφέροµαι σε µια ποιοτική Παιδεία, που θα διασφαλίζει, κατά προτεραιότητα, την κατάκτηση τής µητρικής γλώσσας και την εξοικείωση µε τη µαθηµατική σκέψη. Περαιτέρω, µια Παιδεία που θα εξασφαλίζει την κατοχή των «εθνικών µαθηµάτων» (ιστορίας, λογοτεχνίας, γεωγραφίας, θρησκευτικών) και την ουσιαστική οικείωση µε τις φυσικές επιστήµες (φυσική, χηµεία, βιολογία). Μια Παιδεία που θα οδηγεί εξ απαλών ονύχων στον κόσµο τού πολιτισµού (µουσικής, εικαστικών, θεάτρου, δηµιουργικής γραφής) και στην άσκηση τού σώµατος (φυσική αγωγή, αθλητισµός) σε όλα τα χρόνια των σπουδών. Η κατοχή µιας ξένης γλώσσας µέσα στη σχολική εκπαίδευση και η καλή γνώση και χρήση τής ψηφιακής τεχνολογίας πρέπει να συµπληρώνουν τα βασικά.
Ωστόσο, κυρίαρχα στοιχεία τής Παιδείας, διάχυτα σε όλα τα πεδία και τα επίπεδα τής εκπαίδευσης, πρέπει να είναι οι αρχές, οι αξίες και τα ιδανικά, ό,τι ανεβάζει τον άνθρωπο, ό,τι στηρίζει µια κοινωνία, ό,τι συνέχει έναν λαό. Οχι ως θεωρίες, ρητορισµοί και φανφάρες, αλλά ως στοιχεία που πηγάζουν µέσα από την ιστορία και την παράδοση τού τόπου, ως ιδέες, αρχές και πρότυπα ζωής που µπορούν να συγκινήσουν και να εµπνεύσουν. Αυτή η διάσταση τής Παιδείας ατόνησε (ή υπονοµεύτηκε;) µε το σκεπτικό ότι δήθεν αποτελεί χρηστοµάθεια ή ηθικολογία ή ξεπερασµένες συντηρητικές ιδέες εν ονόµατι ενός αβαθούς προοδευτισµού και σειράς ιδεολογηµάτων που κλόνισαν τελικά τα θεµέλια τής Παιδείας. Ετσι ένας ολόκληρος κόσµος νέων παιδιών βρέθηκαν χωρίς εσωτερικά στηρίγµατα και σηµεία αναφοράς, σε µια σύγχυση και αβεβαιότητα που τους γεννά πικρίες, επιθετικότητα και τους εκτρέπει στην αναζήτηση ξένων προτύπων που επιδεινώνουν την κατάσταση.
Μια άλλη ανίατη µέχρι σήµερα ασθένεια τής εκπαίδευσής µας που υπονοµεύει κάθε έννοια ουσιαστικής Παιδείας είναι ο όγκος των πληροφοριών µε τις οποίες φορτώνουµε τους µαθητές, πληροφορίες που σπάνια περνούν το κατώφλι τής πραγµατικής γνώσης και που ξεχνιούνται (διάβαζε «αποβάλλονται» από τη µνήµη) αφήνοντας ελάχιστα ίχνη. Ο έρωτας τής λυτρωτικής γνώσης που ρίχνει φως γύρω µας, η αγάπη για το σχολείο ως ιερό χώρο αφύπνισης τού νου, η εκτίµηση στον δάσκαλο ως πηγή τής γνώσης, το δέσιµο µε το βιβλίο ως µετάβαση στον κόσµο τής γνώσης, όλα αυτά αποτελούν άπιαστο όνειρο, εις βάρος κάθε έννοιας αληθινής Παιδείας. Για ποια Παιδεία µπορούµε να µιλούµε αν δεν επανακτήσουµε την αγάπη τού µαθητή για τη µάθηση και το σχολείο; Και πώς θα γίνει αυτό χωρίς τον µαθητή να µετέχει ενεργώς στην αναζήτηση τής γνώσης, στη µαγεία τής ανακάλυψης τού κόσµου τής φύσης και τής νόησης, σε ό,τι γεννά δηµιουργικό «έρωτα Παιδείας».
Η πρόκληση, λοιπόν, που µπορεί να βγει µέσα από τα δεινά τής κρίσης ως πνευµατική κάθαρση είναι µια νέα Παιδεία τής ουσίας από ένα εκπαιδευτικό σύστηµα που θα µάς «ξεβολέψει» αρχικά όλους – δασκάλους, µαθητές, γονείς, πανεπιστήµια, πολιτεία – µε ριζικές αλλαγές οι οποίες θα µετατρέψουν την απόκτηση Παιδείας από αγγαρεία σε απόλαυση, από µια χρηστική αντίληψη τής Παιδείας ως απλής πύλης εισόδου στα πανεπιστήµια (µε καθαγιασµό τής φροντιστηριακής στήριξης) σε µια πηγή αυτογνωσίας, καλλιέργειας και ανθρωπιάς.
Τελικά, όσες αλλαγές κι αν επιχειρήσεις στην εκπαίδευση επιπολής και επιµέρους, δεν θα επιτύχεις ποτέ τον κύριο και µοναδικό στόχο: µια πραγµατική µόρφωση τής προσωπικότητας των νέων ανθρώπων, µια αληθινή καλλιέργεια, µια Παιδεία ουσίας, µια Παιδεία ποιοτικής ζωής, η οποία είναι δυνατόν να επιτευχθεί µε τους όρους που ανέφερα. Μια τέτοια Παιδεία µπορεί να λειτουργήσει ως µοχλός αφύπνισης, ως πηγή διαφωτισµού και ως µόνιµη ασφαλιστική δικλίδα για την αποφυγή στο µέλλον κάθε κρίσης, και τής οικονοµικής.
Ο κ. Γεώργιος Μπαμπινιώτης είναι καθηγητής της Γλωσσολογίας, πρόεδρος του Ελληνικού ΙδρύματοςΠολιτισμού, τέως πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών.
www.babiniotis.gr