Υπάρχουν μερικά εκατομμύρια συμπατριωτών μας που ουδόλως συγκινήθηκαν από τις νυχτερινές μανούβρες, τις φορτισμένες δηλώσεις και τις πατριωτικές φούσκες. Δεν συγκινήθηκαν διότι, απλώς, είχαν βυθιστεί στον ύπνο που τραβάτε και εσείς κάθε βράδυ πάνω από τα μάτια σας.
Το μαξιλάρι πήρε το σχήμα της αγωνίας τους και το πρωί ήταν ποτισμένο από αριθμούς και άγχη.
Οι άνθρωποι αυτοί ξύπνησαν σε μία καινούργια χώρα. Βγήκαν από το σπίτι κοιτώντας με φόβο το γραμματοκιβώτιο, ζέσταναν τα χέρια με την ανάσα τους, κάποιοι γλίστρησαν στην παγωνιά και αρκετοί ξεκίνησαν με το βλέμμα πιο κάτω και από τις σόλες των παπουτσιών τους. Αυτοί είστε εσείς ή ο διπλανός σας. Είναι ο μέσος Έλληνας. Το πιθανότερο είναι να μην έχει και σπουδαία πληροφόρηση για όσα έγιναν τη νύχτα. Κακώς! Διότι έτσι δεν εκτίμησαν την ευρηματικότητα των τριών πολιτικών αρχηγών που, ενώ συναίνεσαν αμέσως στη μείωση του κατώτερου μισθού κατά 22%, έσκυψαν πάνω από τον πόνο του συνταξιούχου. «Να λιγοστέψουμε τον πόνο» είπε ο Σαμαράς. Ο Καρατζαφέρης κάτι πήγε να πει με στίχους του Καβάφη. Ο ΓΑΠ έπρεπε να απαντήσει με στίχους του Γιάννη Πλούταρχου.
Αν δεν είσαι Έλληνας, το απολαμβάνεις. Οι αρχηγοί μας συμφώνησαν εύκολα να ανεβάσουν τις εργασιακές σχέσεις σε ρωμαϊκή γαλέρα. Αποδέχθηκαν χωρίς ιδιαίτερη διαπραγμάτευση βασικό μισθό που δείχνει ενδιαφέρων μόνο αν τον πάρεις σε κέρματα. Έστειλαν 15.000 πρώην ψηφοφόρους τους στην ανεργία. Συνυπέγραψαν τη μείωση των κοινωνικών δαπανών. Όμως η εμπλοκή παρουσιάστηκε στις συντάξεις. Όλα και όλα, στην Ελλάδα ο συνταξιούχος είναι βαρόμετρο πολιτικής ευαισθησίας. Είναι άλλο να αρχίζεις τη ζωή σου με 300 ευρώ και άλλο να την τελειώνεις με χαμηλή επικουρική σύνταξη. Ούτως ή άλλως, αν, ως νέος, καταφέρεις να βρεις δουλειά, η ευτυχής συγκυρία αναπληρώνει το χαμένο εισόδημα. Αν, όμως, ως συνταξιούχος υποστείς μείωση της σύνταξης, τότε κάποιοι στα ραδιόφωνα θα καθαρίζουν λαρύγγι πριν πιάσουν μικρόφωνο.
Το πολιτικό σύστημα που αναδείξαμε και ανεχθήκαμε οδήγησε τη χώρα σε αυτή τη μέρα. Και το μόνο που είχε να δείξει στην οριακή, υποτίθεται, διαπραγμάτευση ήταν προσχηματικές αντιρρήσεις. Όντως, τα βλέπει η μέρα και γελάει.
του Κώστα Γιαννακίδη
Το μαξιλάρι πήρε το σχήμα της αγωνίας τους και το πρωί ήταν ποτισμένο από αριθμούς και άγχη.
Οι άνθρωποι αυτοί ξύπνησαν σε μία καινούργια χώρα. Βγήκαν από το σπίτι κοιτώντας με φόβο το γραμματοκιβώτιο, ζέσταναν τα χέρια με την ανάσα τους, κάποιοι γλίστρησαν στην παγωνιά και αρκετοί ξεκίνησαν με το βλέμμα πιο κάτω και από τις σόλες των παπουτσιών τους. Αυτοί είστε εσείς ή ο διπλανός σας. Είναι ο μέσος Έλληνας. Το πιθανότερο είναι να μην έχει και σπουδαία πληροφόρηση για όσα έγιναν τη νύχτα. Κακώς! Διότι έτσι δεν εκτίμησαν την ευρηματικότητα των τριών πολιτικών αρχηγών που, ενώ συναίνεσαν αμέσως στη μείωση του κατώτερου μισθού κατά 22%, έσκυψαν πάνω από τον πόνο του συνταξιούχου. «Να λιγοστέψουμε τον πόνο» είπε ο Σαμαράς. Ο Καρατζαφέρης κάτι πήγε να πει με στίχους του Καβάφη. Ο ΓΑΠ έπρεπε να απαντήσει με στίχους του Γιάννη Πλούταρχου.
Αν δεν είσαι Έλληνας, το απολαμβάνεις. Οι αρχηγοί μας συμφώνησαν εύκολα να ανεβάσουν τις εργασιακές σχέσεις σε ρωμαϊκή γαλέρα. Αποδέχθηκαν χωρίς ιδιαίτερη διαπραγμάτευση βασικό μισθό που δείχνει ενδιαφέρων μόνο αν τον πάρεις σε κέρματα. Έστειλαν 15.000 πρώην ψηφοφόρους τους στην ανεργία. Συνυπέγραψαν τη μείωση των κοινωνικών δαπανών. Όμως η εμπλοκή παρουσιάστηκε στις συντάξεις. Όλα και όλα, στην Ελλάδα ο συνταξιούχος είναι βαρόμετρο πολιτικής ευαισθησίας. Είναι άλλο να αρχίζεις τη ζωή σου με 300 ευρώ και άλλο να την τελειώνεις με χαμηλή επικουρική σύνταξη. Ούτως ή άλλως, αν, ως νέος, καταφέρεις να βρεις δουλειά, η ευτυχής συγκυρία αναπληρώνει το χαμένο εισόδημα. Αν, όμως, ως συνταξιούχος υποστείς μείωση της σύνταξης, τότε κάποιοι στα ραδιόφωνα θα καθαρίζουν λαρύγγι πριν πιάσουν μικρόφωνο.
Το πολιτικό σύστημα που αναδείξαμε και ανεχθήκαμε οδήγησε τη χώρα σε αυτή τη μέρα. Και το μόνο που είχε να δείξει στην οριακή, υποτίθεται, διαπραγμάτευση ήταν προσχηματικές αντιρρήσεις. Όντως, τα βλέπει η μέρα και γελάει.
του Κώστα Γιαννακίδη