Η πρώτη
δίκη για τις αποκαλούμενες «σκανδαλώσεις» υποθέσεις αγοραπωλησίας
ομολόγων από τα ασφαλιστικά ταμεία κατέληξε σε πανηγυρική ομόφωνη αθώωση
των επικεφαλής 6 ταμείων και 4 χρηματιστηριακών εταιριών μετά από
πολύμηνη ακροαματική διαδικασία που ξεκίνησε τον Ιούνιο 2011 και
ολοκληρώθηκε σήμερα στο Β’ Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών.
Πρόκειται βέβαια για δίκη που δεν αφορά το βασικό κομμάτι της υπόθεσης με τα αποκαλούμενα «δομημένα» ομόλογα αλλά τις αγοραπωλησίες ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου σταθερού επιτοκίου, οι οποίες έλαβαν χώρα κατά την κρίσιμη χρονική περίοδο 2001- 2007 στην εξωχρηματιστηριακή αγορά.
Στο εδώλιο κάθονταν και αθωώθηκαν οι τέως Πρόεδροι και στελέχη ασφαλιστικών ταμείων:
-του Ταμείου Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων (Αθανάσιου Ντερέκας)
- του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης & Κοινής Διανομής Πρατηριούχων Υγρών Καυσίμων (Βασίλειου Παργιανού, Βασίλειου Παπαχρήστου)
-του Ταμείου Σύνταξης και Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Γεωργικών Οργανώσεων (Γεώργιου Κατσαμάγκα και Μαγδαληνής Μαρκατάτου)
-του Ταμείου Υγείας Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (Κωνσταντίνου Σπηλιόπουλου)
-του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων (Σπυρίδωνα Γιατρά)
-του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Δημοσίων Υπαλλήλων (Θεόδωρου Τσουρούλα, Ελένης Μοσχοπούλου και Έλλης Σπυριδάκη)
καθώς και οι νόμιμοι εκπρόσωποι των χρηματιστηριακών εταιρειών:
-της «ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Ανώνυμη Εταιρεία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών» (Γεώργιου Αποστολίδη, Σοφοκλή Πρινιωτάκη και Θεόδωρου Πρινιωτάκη),
-της «ΑΡΤΙΟΝ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Ανώνυμη Εταιρεία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών» (Ιωάννη Καλογεράκη, Ζωής Μπασμπανέλου),
-της «ΠΗΓΑΣΟΣ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Εταιρεία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Αθανάσιος Ράμμος)
-και της «ΤΡΩΥΛΟΣ Κυπριακή Εταιρεία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών» (Ζωής Μπασμπανέλου)
Η κατηγορία
Σε βάρος τους εκκρεμούσε ποινική διαδικασία από το 2008 για τις πράξεις της κακουργηματικής απιστίας σε βάρος του Δημοσίου (οι δέκα πρώτοι) και της ηθικής αυτουργίας σε αυτήν (οι λοιποί έξι) καθώς και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες σχετικά με τις αγοραπωλησίες ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου σταθερού επιτοκίου, την περίοδο 2001- 2007 στην εξωχρηματιστηριακή αγορά και οι οποίες σύμφωνα με το κατηγορητήριο φέρονται να έγιναν «σε τιμές μεγαλύτερες, όσον αφορά τις αγορές, από τη μέγιστη τιμή ή την τιμή αποτίμησης του ίδιου τίτλου που είχε διαμορφωθεί στην Ηλεκτρονική Δευτερογενή Αγορά Τίτλων (Η.Δ.Α.Τ.) της Τράπεζας της Ελλάδος κατά την ημέρα της συναλλαγής, και σε τιμές μικρότερες, ως προς τις πωλήσεις, από την ελάχιστη τιμή ή την τιμή αποτίμησης των ίδιων τίτλων που είχε διαμορφωθεί στην ίδια αγορά κατά την ημέρα της συναλλαγής».
Το δικαστήριο εξέτασε δεκάδες μάρτυρες από την Τράπεζα της Ελλάδος, την Επιτροπή της Κεφαλαιαγοράς, τη Γενική Γραμματεία του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, και μετά και την απαλλακτική εισαγγελική πρόταση, κατέληξε πως «οι τιμές ΗΔΑΤ κατά τη διερευνηθείσα περίοδο δεν ήταν καλύτερες τιμές αγοράς, ούτε μπορούσαν και έπρεπε να επιτευχθούν από τους συναλλασσομένους, αλλά απλώς και μόνο τιμές αποτίμησης των επίμαχων ομολόγων, ότι οι Πρόεδροι ενήργησαν με τη σύμφωνη γνώμη όλων των μελών των διοικητικών συμβουλίων των ασφαλιστικών ταμείων και χωρίς να τους ασκηθεί οποιαδήποτε επιρροή από τους εκπροσώπους των χρηματιστηριακών εταιρειών και ότι ουδέν περί ΗΔΑΤ γνώριζαν, ούτε είχαν εξάλλου θεσμοθετημένη υποχρέωση συναλλαγής μέσω ΗΔΑΤ ή σε τιμές ΗΔΑΤ».
Ο συνήγορος υπεράσπισης Μιχ. Δημητρακόπουλος τόνισε μετά την αθωωτική απόφαση πως «από την πολύμηνη ακροαματική διαδικασία προέκυψε η έλλειψη ενός σαφούς επενδυτικού πλαισίου, θεσπισμένου από την Πολιτεία, στο οποίο- υποχρεωτικά- να κινούνται οι Διοικήσεις των Ασφαλιστικών Ταμείων κατά την αξιοποίηση των αποθεμάτων των ασφαλισμένων».
Πρόκειται βέβαια για δίκη που δεν αφορά το βασικό κομμάτι της υπόθεσης με τα αποκαλούμενα «δομημένα» ομόλογα αλλά τις αγοραπωλησίες ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου σταθερού επιτοκίου, οι οποίες έλαβαν χώρα κατά την κρίσιμη χρονική περίοδο 2001- 2007 στην εξωχρηματιστηριακή αγορά.
Στο εδώλιο κάθονταν και αθωώθηκαν οι τέως Πρόεδροι και στελέχη ασφαλιστικών ταμείων:
-του Ταμείου Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων (Αθανάσιου Ντερέκας)
- του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης & Κοινής Διανομής Πρατηριούχων Υγρών Καυσίμων (Βασίλειου Παργιανού, Βασίλειου Παπαχρήστου)
-του Ταμείου Σύνταξης και Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Γεωργικών Οργανώσεων (Γεώργιου Κατσαμάγκα και Μαγδαληνής Μαρκατάτου)
-του Ταμείου Υγείας Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (Κωνσταντίνου Σπηλιόπουλου)
-του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων (Σπυρίδωνα Γιατρά)
-του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Δημοσίων Υπαλλήλων (Θεόδωρου Τσουρούλα, Ελένης Μοσχοπούλου και Έλλης Σπυριδάκη)
καθώς και οι νόμιμοι εκπρόσωποι των χρηματιστηριακών εταιρειών:
-της «ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Ανώνυμη Εταιρεία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών» (Γεώργιου Αποστολίδη, Σοφοκλή Πρινιωτάκη και Θεόδωρου Πρινιωτάκη),
-της «ΑΡΤΙΟΝ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Ανώνυμη Εταιρεία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών» (Ιωάννη Καλογεράκη, Ζωής Μπασμπανέλου),
-της «ΠΗΓΑΣΟΣ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Εταιρεία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Αθανάσιος Ράμμος)
-και της «ΤΡΩΥΛΟΣ Κυπριακή Εταιρεία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών» (Ζωής Μπασμπανέλου)
Η κατηγορία
Σε βάρος τους εκκρεμούσε ποινική διαδικασία από το 2008 για τις πράξεις της κακουργηματικής απιστίας σε βάρος του Δημοσίου (οι δέκα πρώτοι) και της ηθικής αυτουργίας σε αυτήν (οι λοιποί έξι) καθώς και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες σχετικά με τις αγοραπωλησίες ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου σταθερού επιτοκίου, την περίοδο 2001- 2007 στην εξωχρηματιστηριακή αγορά και οι οποίες σύμφωνα με το κατηγορητήριο φέρονται να έγιναν «σε τιμές μεγαλύτερες, όσον αφορά τις αγορές, από τη μέγιστη τιμή ή την τιμή αποτίμησης του ίδιου τίτλου που είχε διαμορφωθεί στην Ηλεκτρονική Δευτερογενή Αγορά Τίτλων (Η.Δ.Α.Τ.) της Τράπεζας της Ελλάδος κατά την ημέρα της συναλλαγής, και σε τιμές μικρότερες, ως προς τις πωλήσεις, από την ελάχιστη τιμή ή την τιμή αποτίμησης των ίδιων τίτλων που είχε διαμορφωθεί στην ίδια αγορά κατά την ημέρα της συναλλαγής».
Το δικαστήριο εξέτασε δεκάδες μάρτυρες από την Τράπεζα της Ελλάδος, την Επιτροπή της Κεφαλαιαγοράς, τη Γενική Γραμματεία του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, και μετά και την απαλλακτική εισαγγελική πρόταση, κατέληξε πως «οι τιμές ΗΔΑΤ κατά τη διερευνηθείσα περίοδο δεν ήταν καλύτερες τιμές αγοράς, ούτε μπορούσαν και έπρεπε να επιτευχθούν από τους συναλλασσομένους, αλλά απλώς και μόνο τιμές αποτίμησης των επίμαχων ομολόγων, ότι οι Πρόεδροι ενήργησαν με τη σύμφωνη γνώμη όλων των μελών των διοικητικών συμβουλίων των ασφαλιστικών ταμείων και χωρίς να τους ασκηθεί οποιαδήποτε επιρροή από τους εκπροσώπους των χρηματιστηριακών εταιρειών και ότι ουδέν περί ΗΔΑΤ γνώριζαν, ούτε είχαν εξάλλου θεσμοθετημένη υποχρέωση συναλλαγής μέσω ΗΔΑΤ ή σε τιμές ΗΔΑΤ».
Ο συνήγορος υπεράσπισης Μιχ. Δημητρακόπουλος τόνισε μετά την αθωωτική απόφαση πως «από την πολύμηνη ακροαματική διαδικασία προέκυψε η έλλειψη ενός σαφούς επενδυτικού πλαισίου, θεσπισμένου από την Πολιτεία, στο οποίο- υποχρεωτικά- να κινούνται οι Διοικήσεις των Ασφαλιστικών Ταμείων κατά την αξιοποίηση των αποθεμάτων των ασφαλισμένων».
του Παναγιώτη Στάθη
capital.gr
Πηγή:www.capital.gr