Με ειδικό φόρο κατανάλωσης, ανάλογο με αυτόν που ισχύει στο αλκοόλ και τον καπνό, θα πρέπει να φορολογηθεί η ζάχαρη, επειδή είναι ...επιβλαβής για την υγεία και εθιστική για τον οργανισμό, υποστηρίζουν αμερικανοί επιστήμονες.
Σύμφωνα με το άρθρο των αμερικανών επιστημόνων που
τιτλοφορείται: «Η τοξική αλήθεια για τη ζάχαρη», επισημαίνεται ότι ο
νέος ειδικός φόρος είναι απαραίτητος για να μειωθεί η αυξανόμενη
παγκόσμια κατανάλωση της ζάχαρης και των άλλων γλυκαντικών ουσιών.
Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Σαν Φρανσίσκο, με
επικεφαλής τον καθηγητή παιδιατρικής Ρόμπερτ Λάστιγκ, έναν από τους
κορυφαίους ειδικούς σε θέματα παιδικής παχυσαρκίας, ζητούν να υπάρξουν
σοβαρές αλλαγές στην ακολουθούμενη δημόσια πολιτική σχετικά με τη
ζάχαρη.
Οι επιστήμονες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τα προβλήματα που δημιουργούνται από την υπερβολική κατανάλωση.
Η κατανάλωση ζάχαρης έχει τριπλασιαστεί διεθνώς κατά τα τελευταία 50
χρόνια, με αποτέλεσμα την επιδείνωση της παχυσαρκίας, της υψηλής
αρτηριακής πίεσης, της χοληστερόλης, του διαβήτη και του λεγόμενου
μεταβολικού συνδρόμου.
Προκαταρκτικές μελέτες έχουν επίσης συσχετίσει τη μεγάλη κατανάλωση
ζάχαρης με τον καρκίνο, την πρόωρη γήρανση και την εγκεφαλική άνοια.
Η ζάχαρη θεωρείται εξίσου τοξική για το ήπαρ όπως το αλκοόλ. «Ένας
αυξανόμενος αριθμός επιστημονικών στοιχείων δείχνει ότι η φρουκτόζη
μπορεί να πυροδοτήσει διαδικασίες που οδηγούν στην τοξικότητα του ήπατος
και σε μια σειρά από άλλες χρόνιες παθήσεις.
Λίγη (ζάχαρη) δεν είναι πρόβλημα, αλλά πολλή σκοτώνει με αργό τρόπο»,
υπογραμμίζουν οι επιστήμονες, οι οποίοι ακόμα επισημαίνουν ότι σήμερα
στον πλανήτη μας υπάρχουν 30% περισσότεροι παχύσαρκοι άνθρωποι σε σχέση
με τους υποσιτισμένους.
Αρκετές χώρες έχουν ήδη επιβάλει φόρους στις ανθυγιεινές τροφές, όπως,
για παράδειγμα, η Δανία και η Ουγγαρία που φορολογούν τα κορεσμένα λίπη,
ενώ η Γαλλία έχει εγκρίνει ένα φόρο στα αναψυκτικά.
Τώρα, οι αμερικανοί επιστήμονες προτείνουν μια ανάλογη μεταχείριση για
τη ζάχαρη και τα άλλα πρόσθετα γλυκαντικά, καλώντας τα κράτη να
επιβάλουν φόρους, να περιορίσουν τις πωλήσεις ζαχαρωδών προϊόντων και
αναψυκτικών στα σχολικά κυλικεία ή ακόμα και να απαγορεύσουν τελείως την
αγορά τέτοιων τροφών και ποτών κάτω από μια ορισμένη ηλικία
(προτείνονται τα 17 έτη).
Σύμφωνα με τον Λάστιγκ, η ζάχαρη «πληροί όλα τα κριτήρια για κοινωνική
παρέμβαση όπως συμβαίνει με το αλκοόλ και τον καπνό», αν και, όπως είπε,
οι επιστήμονες καταλαβαίνουν ότι πρέπει να δώσουν «μια δύσκολη πολιτική
μάχη ενάντια στο ισχυρό λόμπι της ζάχαρης». Πρόσθεσε όμως ότι «αν
υπάρξει ο απαραίτητος θόρυβος στην κοινωνία γύρω από αυτό το ζήτημα,
τότε είναι δυνατές πραγματικές αλλαγές στη δημόσια πολιτική».
Έφερε ως παράδειγμα τις απαγορεύσεις του καπνίσματος στους δημόσιους
χώρους ή τη χρήση των ζωνών ασφαλείας στα αυτοκίνητα, όπου στην αρχή
υπήρχε μεγάλη αντίδραση, αλλά τελικά έγινε κατανοητή η ανάγκη αλλαγής
και σήμερα όλα αυτά θεωρούνται δεδομένα. «Ήρθε η ώρα να στρέψουμε την
προσοχή μας στη ζάχαρη», τόνισε.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, η πολιτική περιορισμού πρέπει να αφορά την
«πρόσθετη ζάχαρη» (όχι αυτή που υπάρχει με φυσική μορφή στις τροφές), η
οποία ορίζεται ως οποιαδήποτε γλυκαντική ουσία περιέχει φρουκτόζη και
προστίθεται σε μια τροφή κατά τη φάση της επεξεργασίας της. Αφορά επίσης
τη σακχαρόζη, που αποτελεί μίγμα φρουκτόζης και γλυκόζης.
Σύμφωνα με το άρθρο των αμερικανών επιστημόνων που
τιτλοφορείται: «Η τοξική αλήθεια για τη ζάχαρη», επισημαίνεται ότι ο
νέος ειδικός φόρος είναι απαραίτητος για να μειωθεί η αυξανόμενη
παγκόσμια κατανάλωση της ζάχαρης και των άλλων γλυκαντικών ουσιών.
Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Σαν Φρανσίσκο, με
επικεφαλής τον καθηγητή παιδιατρικής Ρόμπερτ Λάστιγκ, έναν από τους
κορυφαίους ειδικούς σε θέματα παιδικής παχυσαρκίας, ζητούν να υπάρξουν
σοβαρές αλλαγές στην ακολουθούμενη δημόσια πολιτική σχετικά με τη
ζάχαρη.
Οι επιστήμονες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τα προβλήματα που δημιουργούνται από την υπερβολική κατανάλωση.
Η κατανάλωση ζάχαρης έχει τριπλασιαστεί διεθνώς κατά τα τελευταία 50
χρόνια, με αποτέλεσμα την επιδείνωση της παχυσαρκίας, της υψηλής
αρτηριακής πίεσης, της χοληστερόλης, του διαβήτη και του λεγόμενου
μεταβολικού συνδρόμου.
Προκαταρκτικές μελέτες έχουν επίσης συσχετίσει τη μεγάλη κατανάλωση
ζάχαρης με τον καρκίνο, την πρόωρη γήρανση και την εγκεφαλική άνοια.
Η ζάχαρη θεωρείται εξίσου τοξική για το ήπαρ όπως το αλκοόλ. «Ένας
αυξανόμενος αριθμός επιστημονικών στοιχείων δείχνει ότι η φρουκτόζη
μπορεί να πυροδοτήσει διαδικασίες που οδηγούν στην τοξικότητα του ήπατος
και σε μια σειρά από άλλες χρόνιες παθήσεις.
Λίγη (ζάχαρη) δεν είναι πρόβλημα, αλλά πολλή σκοτώνει με αργό τρόπο»,
υπογραμμίζουν οι επιστήμονες, οι οποίοι ακόμα επισημαίνουν ότι σήμερα
στον πλανήτη μας υπάρχουν 30% περισσότεροι παχύσαρκοι άνθρωποι σε σχέση
με τους υποσιτισμένους.
Αρκετές χώρες έχουν ήδη επιβάλει φόρους στις ανθυγιεινές τροφές, όπως,
για παράδειγμα, η Δανία και η Ουγγαρία που φορολογούν τα κορεσμένα λίπη,
ενώ η Γαλλία έχει εγκρίνει ένα φόρο στα αναψυκτικά.
Τώρα, οι αμερικανοί επιστήμονες προτείνουν μια ανάλογη μεταχείριση για
τη ζάχαρη και τα άλλα πρόσθετα γλυκαντικά, καλώντας τα κράτη να
επιβάλουν φόρους, να περιορίσουν τις πωλήσεις ζαχαρωδών προϊόντων και
αναψυκτικών στα σχολικά κυλικεία ή ακόμα και να απαγορεύσουν τελείως την
αγορά τέτοιων τροφών και ποτών κάτω από μια ορισμένη ηλικία
(προτείνονται τα 17 έτη).
Σύμφωνα με τον Λάστιγκ, η ζάχαρη «πληροί όλα τα κριτήρια για κοινωνική
παρέμβαση όπως συμβαίνει με το αλκοόλ και τον καπνό», αν και, όπως είπε,
οι επιστήμονες καταλαβαίνουν ότι πρέπει να δώσουν «μια δύσκολη πολιτική
μάχη ενάντια στο ισχυρό λόμπι της ζάχαρης». Πρόσθεσε όμως ότι «αν
υπάρξει ο απαραίτητος θόρυβος στην κοινωνία γύρω από αυτό το ζήτημα,
τότε είναι δυνατές πραγματικές αλλαγές στη δημόσια πολιτική».
Έφερε ως παράδειγμα τις απαγορεύσεις του καπνίσματος στους δημόσιους
χώρους ή τη χρήση των ζωνών ασφαλείας στα αυτοκίνητα, όπου στην αρχή
υπήρχε μεγάλη αντίδραση, αλλά τελικά έγινε κατανοητή η ανάγκη αλλαγής
και σήμερα όλα αυτά θεωρούνται δεδομένα. «Ήρθε η ώρα να στρέψουμε την
προσοχή μας στη ζάχαρη», τόνισε.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, η πολιτική περιορισμού πρέπει να αφορά την
«πρόσθετη ζάχαρη» (όχι αυτή που υπάρχει με φυσική μορφή στις τροφές), η
οποία ορίζεται ως οποιαδήποτε γλυκαντική ουσία περιέχει φρουκτόζη και
προστίθεται σε μια τροφή κατά τη φάση της επεξεργασίας της. Αφορά επίσης
τη σακχαρόζη, που αποτελεί μίγμα φρουκτόζης και γλυκόζης.
24ωρο